7.10.06

ΗΛΙΟΣ Ο ΠΡΩΤΟΣ V-VI

ΗΛΙΟΣ Ο ΠΡΩΤΟΣ V-VI








V



Ποιο μπουμπούκι ακόμη ανέραστο απειλεί τη μέλισσα
Ο άνεμος βρίσκει μια παρέα φυλλώματα κυματιστά
Η στεριά σκαμπανεβάζει
Στον αφρό των χόρτων οι μουριές ανοίγουν τα πανιά
Το τελευταίο ταξίδι μοιάζει με το πρώτο πρώτο.

Ώ να σπάσουν οι πέτρες να λυγίσουνε τα θυμωμένα σίδερα
Ο αφρός να φτάσει ως την καρδιά ζαλίζοντας τα θεριεμένα μάτια
Η θύμηση να γίνει ένα κλαδάκι δυόσμου αμάραντο
Κι από τη ρίζα του να ορμήσουν άνεμοι γιορτής
Εκεί να γείρουμε το μέτωπο
Τ’ αστραφτερά μας πράγματα να ‘ναι κοντά
Στην πρώτη απλοχεριά του πόθου
Η κάθε γλώσσα να μιλεί την καλοσύνη τη ημέρας
Ήμερα να χτυπάει στις φλέβες ο παλμός της γης.



VI


Χτυπήσανε τη μέρα σε καλή μεριά
Ξύπνησε το νερό μέσα στο χώμα
Κρύα φωνή νεογέννητη
Που σμίγει από μακριά τη γειτονιά των βρύων.

Με χάδι από λιοτρόπι δε φοβάται
Το περιβόλι μήπως βγει στην άβυσσο
Χέρι με χέρι παν οι ερωτευμένοι
Όταν χτυπάνε οι καμπάνες του ήλιου.

Υγεία ηχώ φοράδα
Πέταλο και φτερό πλαγιάς
Σύννεφο και χορτάρι αθέριστο
Γλαυκές οργιές ανέμου.

Λοξά τ’ ανήλικα πουλιά
Παν να σημάνουν άνοιξη στα σύννεφα
Κι όσα η χαρά ποτές δεν ονομάτισε
Τώρα διψούν την ευτυχία του κόσμου.

Δίψα του κόσμου η αντρική στολή σου πάει
Θα πας να βρεις τη θηλυκή σου κοίτη
Αναποδογυρίζοντας ένα λιβάδι
Έναστρο που του φύγαν οι ανεμώνες.