21.10.07

ΕΦΤΑ ΜΕΡΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΕΞΙ ΚΑΙ ΜΙΑ ΤΥΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ


ΕΦΤΑ ΜΕΡΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ






ΚΥΡΙΑΚΗ – Πρωί, στο Ναό του Μοσχοφόρου. Λέω: να γίνει αληθινή
σαν δέντρο η ωραία Μυρτώ· και τ’ αρνάκι της, κοιτάζοντας ίσια
στα μάτια το δολοφόνο μου, για μια στιγμή, να τιμωρήσει το
πικρότατο μέλλον.

ΔΕΥΤΕΡΑ – Παρουσία της χλόης και νερού στα πόδια μου. Που θα πει
πως υπάρχω. Πριν ή μετά το βλέμμα που θα μ’ απολιθώσει, το
δεξί χέρι ψηλά κρατώντας έναν πελώριο γαλάζιο Στάχυ. Γι να
ιδρύσω τα Νέα Ζώδια.

ΤΡΙΤΗ - Έξοδος των αριθμών. Πάλη του 1 με το 9 σε μια παραλία
πανέρημη, γεμάτη μαύρα βότσαλα, φύκια σωρούς, μεγάλες
ραχοκοκαλιές θηρίων στα βράχια.
Τα δυό παλιά κι αγαπημένα μου άλογα, χρεμετίζοντας όρθια
πάνω από τους ατμούς που ανεβάζει το θειάφι της θαλάσσης.

ΤΕΤΑΡΤΗ – Από την άλλη μεριά του Κεραυνού. Το καμένο χέρι που
θα ξαναβλαστήσει. Να ισιώσει τις πτυχές του κόσμου.

ΠΕΜΠΤΗ – Ανοιχτή θύρα: σκαλοπάτια πέτρινα, κεφαλές από γεράνια,
και πιο πέρα στέγες διάφανες, χαρταετοί, τρίμματα χοχλιδιών
στον ήλιο. Ένας τράγος μηρυκάζει αργά τους αιώνες, κι ο
καπνός, γαλήνιος, ανεβαίνει μέσ’ από τα κέρατα.
Την ώρα που κρυφά, στην πίσω αυλή, φιλιέται η κόρη του
περιβολάρη, κι από την πολλή αγαλλίαση μια γλάστρα πέφτει και
τσακίζεται.
Α, να σώσω αυτόν τον ήχο!

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ – «Της Μεταμορφώσεως» των γυναικών που αγάπησα
χωρίς ελπίδα: Ηχώ: Μα-ρί-νααα! Ε-λέ-νηηη! Κάθε χτύπος
καμπάνας, κι από μια πασχαλιά στην αγκαλιά μου. Ύστερα φως
παράξενο, και δύο ανόμοια περιστέρια που με τραβούν ψηλά
σ’ ένα μεγάλο κισσοστολισμένο σπίτι.

ΣΑΒΒΑΤΟ – Κυπαρίσσι από το σόι μου, που το κόβουν άντρες
βλοσυροί και αμίλητοι: γι’ αρρεβώνα ή θάνατο. Σκάβουν το χώμα
γύρω και το ραντίζουν με γαριφαλόνερο.
Έχοντας εγώ κιόλας απαγγείλει τα λόγια που απομαγνητίζουν
το άπειρο!