15.7.06

Η ΣΥΝΑΥΛΙΑ ΤΩΝ ΓΥΑΚΙΝΘΩΝ (Ι - VΙII)



Η ΣΥΝΑΥΛΙΑ ΤΩΝ ΓΥΑΚΙΝΘΩΝ (Ι - VΙII)



I

Στάσου λιγάκι πιο κοντά στη σιωπή και μάζεψε τα μαλλιά της νύχτας αυτής που ονειρεύεται γυμνό το σώμα της. Έχει πολλούς ορίζοντες, πολλές πυξίδες, και μια μοίρα που καίει ακούραστη κάθε φορά και τα πενήντα δυο χαρτιά της. Ύστερα ξαναρχίζει με κάτι άλλο – με το χέρι σου, που του δίνει μαργαριτάρια για να βρει έναν πόθο, ένα νησίδιο ύπνου.
Στάσου λιγάκι πιο κοντά στη σιωπή κι αγκάλιασε την πελώριαν άγκυρα που ηγεμονεύει στους βυθούς. Σε λίγο θα ‘ναι στα σύννεφα. Κι εσύ δεν θα καταλαβαίνεις, μα θα κλαις, θα κλαις για να σε φιλήσω, κι όταν πάω ν’ ανοίξω μια σχισμή στο ψέμα, έναν μικρό γαλανό φεγγίτη στη μέθη, θα με δαγκάσεις. Μικρή, ζηλιάρα της ψυχής μου σκιά, γεννήτρα μιας μουσικής κάτω απ’ το σεληνόφωτο

Στάσου λιγάκι πιο κοντά μου.

ΙΙ

Εδώ – μέσα στα πρώιμα ψιθυρίσματα των πόθων, ένιωσες για πρώτη φορά την οδυνηρή ευτυχία του να ζεις! Μεγάλα κι αμφίβολα πουλιά σχίζαν τις παρθενιές των κόσμων σου. Σ’ ένα σεντόνι απλωμένο έβλεπαν οι κύκνοι τα μελλοντικά τους άσματα κι από κάθε πτυχή της νύχτας ξεκινούσαν τινάζοντας τα όνειρά τους μες στα νερά, ταυτίζοντας την ύπαρξή των αγκαλιών που προσμέναν.
Μα τα βήματα που δεν έσβησαν τα δάση τους αλλά στάθηκαν στη γλαυκή κόχη τ’ ουρανού και των ματιών σου τι γύρευαν; Ποιο έναστρο αμάρτημα πλησίαζε τους χτύπους της απελπισίας σου;
Μήτε η λίμνη, μήτε η ευαισθησία της, μήτε το εύφλεκτο φάντασμα δυο συνεννοημένων χεριών δεν αξιώθηκαν ποτέ ν’ αντιμετωπίσουν ένα τέτοιο ρόδινο αναστάτωμα.

ΙΙΙ

Έμβρυο πιο φωτεινής επιτυχίας – μέρα λαξεμένη με κόπο πάνω στ’ αχνάρια του αγνώστου. Όσο πληρώνεται το δάκρυ, ξεφεύγει απ’ τον ήλιο.
Κι εσύ που μασάς τις ώρες σου σαν πικροδάφνη γίνεσαι οιωνός τρυφερού ταξιδιού μες στην αθανασία.

ΙV

Πέντε χελιδόνια – πέντε λόγια που έχουν εσένα προορισμό. Κάθε λάμψη κλείνει απάνω σου. Πριν απλοποιηθείς σε χόρτο αφήνεις τη μορφή σου απάνω στο βράχο που πονεί ανεμίζοντας τις φλόγες του προς τα μέσα. Πριν γίνεις γεύση μοναξιάς τυλίγεις τα θυμάρια θύμησες.
Κι εγώ, φτάνω πάντοτε ίσια στην απουσία. Ένας ήχος κάνει το ρυάκι, κι ό,τι κι αν πω, ό,τι αγαπήσω μένει άθικτο στους ίσκιους του. Αθωότητες και βότσαλα στο βυθό μιας διαύγειας. Αίσθηση κρυστάλλου.

V

Περνώντας και παίρνοντας το χνούδι της ηλικίας σου ονομάζεσαι ηγεμονίδα. Φέγγει το νερό σε μια μικρή παλάμη. Όλος ο κόσμος ανακατώνει τις μέρες του και στη μέση της μέθης του φυτεύει ένα μάτσο γυακίνθους. Από αύριο θα ‘σαι η επίσημη ξένη των αποκρύφων σελίδων μου.

VI

Μέσα στα δέντρα τούτα που θα επιζήσουνε το αίθριο πρόσωπό σου. Η αγκαλιά που θα μετατοπίσει έτσι απλά τη δροσιά της. Ο κόσμος που θα μείνει χαραγμένος εκεί.
Ω τα κλεισμένα λόγια που έμειναν μες στους φλοιούς των ελπίδων, στους βλαστούς τω νιόκοπων κλαριών μιας φιλόδοξης μέρας – τα κλεισμένα λόγια που πικράνανε τα’ ομοίωμά τους κι έγιναν οι Υπερηφάνειες.

VII

Συγκίνηση. Τα φύλλα τρέμουν ζώντας μαζί και ζώντας χωριστά πάνω στις λεύκες που μοιράζουν άνεμο. Πριν απ’ τα μάτια σου είναι αυτός που φυγαδεύει αυτές τις θύμησες, αυτά τα βότσαλα – τις χίμαιρες! Η ώρα είναι ρευστή κι εσύ στυλώνεσαι πάνω της ακάνθινη. Συλλογίζομαι αυτούς που δε δεχτήκανε ποτέ ναυαγοσωστικά. Που αγαπούν το φως κάτω απ’ τα βλέφαρα, που σαν μεσουρανήσει ο ύπνος άγρυπνοι μελετούνε τα’ ανοιχτά τους χέρια.
Και θέλω να κλείσω τους κύκλους που άνοιξαν τα δικά σου δάχτυλα, να εφαρμόσω επάνω τους τον ουρανό για να μην είναι πια ποτέ ο στερνός τους λόγος άλλος.

Μίλησέ μου· αλλά μίλησέ μου για δάκρυα.

VIII

Στο βυθό της μουσικής τα ίδια πράγματα σ’ ακολουθούν μετουσιωμένα. Η ζωή παντού μιμείται τον εαυτό της. Κι εσύ κρατώντας το φώσφορο στην παλάμη σου κυκλοφορείς ασάλευτη μέσα στις ίνες της πελώριας τύχης. Και τα μαλλιά σου ποτισμένα στην Ενάτη καμπυλώνουν τις θύμησες και περνούν τους φθόγγους στο στερνό αέτωμα της αμφιλύκης.
Πρόσεξε! Η φωνή που άλλοτε ξεχνούσες ανθίζει τώρα στο στήθος σου. Το κοράλλι αυτό που ανάβει ολομόναχο είναι το τάξιμο που δεν έστερξες ποτέ σου. Κι η μεγάλη πουρά που θα σ’ αφάνιζε είναι αυτός ο ανάλαφρος ίλιγγος που σε δένει μ’ απόγνωση αγωνίας στα λοίσθια τω μενεξέδων.

Στο βυθό της μουσικής συνταξιδεύουμε…